- εξαγώγιμος
- -η, -ο (Α ἐξαγώγιμος, -ον) [εξαγωγή](για εμπορεύματα) ο κατάλληλος για εξαγωγήαρχ.1. (για λαό) αυτός που μεταναστεύει συχνά2. ο χρήσιμος για εξαγωγή («τὰς ἐξαγωγίμους τῶν ὑδάτων τάφρους», Δίον. Αλ.)3. (το ουδ, πληθ. ως ουσ.) τὰ ἐξαγώγιματα εξαγόμενα προϊόντα.
Dictionary of Greek. 2013.